Η Παθολογία αποτελεί κλινική ειδικότητα της Ιατρικής που ασχολείται με την πρόληψη, τη διάγνωση και τη μη χειρουργική θεραπεία των νοσημάτων στους ενήλικες, κατά τρόπο ολιστικό, δηλαδή λαμβάνοντας υπ’ όψιν εξίσου την κοινωνική, ψυχολογική και ηθική διάσταση των κλινικών προβλημάτων των ασθενών. Αποτελεί βασική επιστήμη της κλινικής Ιατρικής και της θεραπευτικής (σε αντίθεση με τον κλάδο των διαγνωστικών ειδικοτήτων, όπως η Ιατρική Βιοπαθολογία ή η Ακτινοδιαγνωστική).
Ο διεθνής όρος της ειδικότητας είναι "Internal Medicine" και μεταφράζεται ως "Εσωτερική Παθολογία", καθώς εστιάζεται ιδιαίτερα στα εσωτερικά όργανα του ανθρώπινου οργανισμού.
Το φάσμα θεραπευτικής της Εσωτερικής Παθολογίας περιλαμβάνει μια ευρεία γκάμα διαταραχών του αναπνευστικού, του αιμοποιητικού, του πεπτικού, του ενδοκρινικού, του κυκλοφορικού, του νευρικού, του μυοσκελετικού και του ουρογεννητικού συστήματος, καθώς επίσης τις μεταβολικές και βιοχημικές διαταραχές και τα λοιμώδη νοσήματα. Οι Παθολόγοι έχουν υψηλή νοσοκομειακή εμπειρία, διαχειρίζονται σύνθετα ή πολυσυστημικά νοσήματα και αντιμετωπίζουν τόσο τις οξείες όσο και τις χρόνιες καταστάσεις. Εκτός της θεραπευτικής, ασχολούνται και με ζητήματα συμβουλευτικής των ασθενών άλλων ιατρικών ειδικοτήτων.
Η Εσωτερική Παθολογία ασκείται τόσο σε νοσοκομειακές δομές (κλινικές, εξωτερικά ιατρεία και ιατρεία/τμήματα επειγόντων περιστατικών) όσο και σε επίπεδο πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας (κέντρα υγείας, ιδιωτικά ιατρεία).
- Πρωτοβάθμια φροντίδα Υγείας: Στην Ελλάδα το μη νοσοκομειακό σκέλος της Εσωτερικής Παθολογίας κάλυπτε για πολλά χρόνια το πεδίο της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, μέχρι την αναγνώριση της ειδικότητας της Γενικής Ιατρικής. Κατά την τελευταία δεκαετία, η Εσωτερική Παθολογία καλείται να στηρίξει (μαζί με την Γενική Ιατρική και την Παιδιατρική) τον θεσμό του Οικογενειακού Ιατρού που αποτελεί την πιο σύγχρονη αντίληψη στον χώρο της Πρωτοβάθμιας φροντίδας Υγείας.
- Δευτεροβάθμια φροντίδα Υγείας: Σε νοσοκομειακό επίπεδο, τα τμήματα Εσωτερικής Παθολογίας αποτελούν τον στυλοβάτη της Δευτεροβάθμιας Υγείας. Πρόκειται για τα τμήματα εκείνα που διαχειρίζονται τον συντριπτικά μεγαλύτερο όγκο ασθενών σε κάθε νοσοκομειακή δομή και παράλληλα λειτουργούν υποστηρικτικά για όλα τα υπόλοιπα.
Κατά τις τελευταίες δεκαετίες η αναγκαστική υπερκατάτμηση της ιατρικής πράξης σε πολλές υποειδικότητες έχει καταστήσει την Παθολογία ως τον αποφασιστικής σημασίας συνεκτικό κρίκο των επιμέρους προσεγγίσεων.
Στην Ελλάδα η διάρκεια εκπαίδευσης για την απόκτηση του τίτλου ειδικότητας στην Εσωτερική Παθολογία ορίζεται στα 5 έτη
Επίσημες εξειδικεύσεις της Παθολογίας στην Ελλάδα είναι η Λοιμωξιολογία, η Υπερβαρική Ιατρική και η Εντατικολογία.
Η Υπερτασιολογία, η Διαβητολογία, η Γηριατρική, η Ηπατολογία κ.ά. αναγνωρίζονται ως τομείς μετεκπαίδευσης
Ο όρος χρησιμοποιείται ανεπίσημα, για να διαφοροποιήσει τον ιατρό που έχει ολοκληρώσει 5ετή νοσοκομειακή εκπαίδευση στην ειδικότητα της Παθολογίας,
σε αντιδιαστολή με την ειδικότητα του Γενικού Ιατρού και τον ανειδίκευτο ιατρό με παθολογική εμπειρία. Συχνά επίσης, για λόγους συντόμευσης ο ειδικός παθολόγος αποκαλείται παθολόγος,
ενώ ο παθολόγος χωρίς ειδικότητα γενικός παθολόγος.
Ο Γενικός Ιατρός λαμβάνει εκπαίδευση με αποκλειστικό προσανατολισμό στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (Ιδιωτικά ιατρεία, Αγροτικά Ιατρεία, Κέντρα Υγείας).
Ο ανειδίκευτος γενικός παθολόγος αποκτά άδεια άσκησης επαγγέλματος ως απόφοιτος ιατρικής, χωρίς να είναι προαπαιτούμενη η
κλινική εκπαίδευση.